Προνόμια και τίτλοι κατέρρευσαν στο σκάνδαλο πρίγκιπα Άντριου και Έπσταϊν που συγκλόνισε το Παλάτι
Ομάδα σύνταξης interpress Insideworld
Προνόμια και τίτλοι κατέρρευσαν στο σκάνδαλο πρίγκιπα Άντριου και Έπσταϊν που συγκλόνισε το Παλάτι
Το όνομα του πρίγκιπα Άντριου, δευτερότοκου γιου της βασίλισσας Ελισάβετ Β΄ και αδελφού του σημερινού βασιλιά Καρόλου Γ΄, βρέθηκε στο επίκεντρο διεθνούς προσοχής λόγω της εμπλοκής του σε υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκου και της σχέσης του με τον καταδικασμένο χρηματιστή Τζέφρι Έπσταϊν. Η υπόθεση, η οποία εξελίχθηκε σε σκάνδαλο με παγκόσμια απήχηση, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, θεσμικές παρεμβάσεις και επηρέασε τη δημόσια εικόνα της βρετανικής μοναρχίας. Το παρόν άρθρο καταγράφει το ιστορικό της υπόθεσης, τις εξελίξεις, τις αντιδράσεις, τις δικαστικές ενέργειες και τις συνέπειες που ακολούθησαν.
Η υπόθεση ξεκίνησε με τις αποκαλύψεις για τη στενή σχέση του πρίγκιπα Άντριου με τον Τζέφρι Έπσταϊν, Αμερικανό χρηματιστή που είχε καταδικαστεί για αδικήματα σεξουαλικής φύσης κατά ανηλίκων. Η σχέση αυτή δεν περιοριζόταν σε τυπικές κοινωνικές επαφές, αλλά περιλάμβανε επισκέψεις σε ιδιωτικά ακίνητα, συμμετοχή σε εκδηλώσεις και ταξίδια, γεγονός που προκάλεσε ερωτήματα για τη φύση και το βάθος της εμπλοκής του Άντριου. Η Βιρτζίνια Τζιουφρέ, μία από τις γυναίκες που κατήγγειλαν τον Έπσταϊν, ισχυρίστηκε ότι ο Άντριου είχε σεξουαλική επαφή μαζί της όταν ήταν 17 ετών, σε τρεις διαφορετικές περιστάσεις, σε Λονδίνο, Νέα Υόρκη και στις Παρθένες Νήσους. Οι ισχυρισμοί της συνοδεύτηκαν από φωτογραφικό υλικό και μαρτυρίες τρίτων, ενώ η ίδια υποστήριξε ότι εξαναγκάστηκε από τον Έπσταϊν και την συνεργάτιδά του, Γκισλέιν Μάξγουελ.
Η υπόθεση έλαβε διεθνή διάσταση όταν η Τζιουφρέ υπέβαλε αγωγή εναντίον του Άντριου σε πολιτικό δικαστήριο της Νέας Υόρκης, επικαλούμενη τον νόμο για τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Παρά τις αρχικές αρνήσεις του Άντριου, η πίεση από τα μέσα ενημέρωσης και η διεθνής κατακραυγή οδήγησαν σε εξωδικαστικό συμβιβασμό. Ο πρίγκιπας κατέβαλε ποσό που εκτιμάται μεταξύ 10 και 15 εκατομμυρίων δολαρίων, χωρίς να παραδεχτεί ενοχή. Η συμφωνία περιλάμβανε ρήτρα μη αποκάλυψης, γεγονός που ενίσχυσε τις υποψίες περί ενοχής. Παράλληλα, αποκαλύφθηκε ότι ο Άντριου διέμενε επί σειρά ετών στο Royal Lodge, πολυτελή έπαυλη στο Γουίνδσορ, χωρίς να καταβάλλει ενοίκιο, ενώ οι δαπάνες συντήρησης καλύπτονταν από δημόσιους πόρους. Το γεγονός αυτό προκάλεσε έντονες αντιδράσεις για την αδιαφάνεια στη χρηματοδότηση της μοναρχίας και την προνομιακή μεταχείριση των μελών της βασιλικής οικογένειας.
Η κοινή γνώμη αντέδρασε με οργή και απογοήτευση. Τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης αφιέρωσαν εκτενή κάλυψη στην υπόθεση, ενώ σχολιαστές χαρακτήρισαν τον Άντριου ως βάρος για τη μοναρχία. Η βασιλική οικογένεια αρχικά τήρησε στάση σιωπής, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως προσπάθεια αποφυγής θεσμικής εμπλοκής. Ωστόσο, υπό την πίεση της κοινής γνώμης και των πολιτικών εξελίξεων, ο βασιλιάς Κάρολος Γ΄ προχώρησε στην αφαίρεση όλων των βασιλικών τίτλων και στρατιωτικών βαθμών του Άντριου. Ο ίδιος δεν εκπροσωπεί πλέον τη μοναρχία σε καμία δημόσια εκδήλωση και δεν λαμβάνει επίσημη χρηματοδότηση.
Η αγωγή της Τζιουφρέ αποτέλεσε το αποκορύφωμα των νομικών εξελίξεων. Αν και δεν υπήρξε ποινική δίωξη λόγω χρονικών περιορισμών και δικαιοδοσίας, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός θεωρήθηκε από πολλούς ως έμμεση παραδοχή ενοχής. Η υπόθεση άνοιξε τον δρόμο για περαιτέρω έρευνες γύρω από τις σχέσεις του Άντριου με τον Έπσταϊν και άλλες γυναίκες, ενώ οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ζήτησαν την επανεξέταση της νομοθεσίας περί ασυλίας για μέλη βασιλικών οικογενειών.
Ο Άντριου αρνήθηκε τις κατηγορίες σε τηλεοπτική συνέντευξη, υποστηρίζοντας ότι δεν θυμόταν να έχει συναντήσει την Τζιουφρέ και ότι δεν μπορούσε να ιδρώσει λόγω ιατρικής πάθησης. Η Τζιουφρέ, μέσω του βιβλίου της, περιέγραψε τις εμπειρίες της και ανέφερε ότι εξαναγκάστηκε να συνευρεθεί με τον Άντριου σε τρεις περιστάσεις. Δήλωσε ότι η αλήθεια ενός συνηθισμένου κοριτσιού από τις ΗΠΑ οδήγησε στην πτώση ενός πρίγκιπα. Μετά τον θάνατό της, η οικογένειά της χαρακτήρισε την αφαίρεση των τίτλων ως νίκη άνευ προηγουμένου. Ο αδελφός της δήλωσε ότι η αδελφή του κατάφερε να ρίξει έναν πρίγκιπα και εξέφρασε υπερηφάνεια.
Το σκάνδαλο έφερε στο προσκήνιο ερωτήματα για τη διαφάνεια της μοναρχίας, τη χρήση δημόσιων πόρων και την ευθύνη των μελών της βασιλικής οικογένειας. Οργανώσεις πολιτών ζήτησαν ενίσχυση της λογοδοσίας, ενώ η κυβέρνηση δέχτηκε κοινοβουλευτικές ερωτήσεις για τη διαχείριση των πόρων. Η υπόθεση λειτούργησε ως καταλύτης για επανεξέταση του ρόλου της μοναρχίας στη σύγχρονη κοινωνία.

Παράλληλα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι εξετάζει την ενίσχυση του κοινοβουλευτικού ελέγχου στις βασιλικές δαπάνες, με στόχο μεγαλύτερη διαφάνεια στη χρηματοδότηση της μοναρχίας. Στο πλαίσιο αυτό, πρότεινε τη δημιουργία ανεξάρτητης επιτροπής που θα εποπτεύει τις οικονομικές παροχές προς τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, καθώς και την υποχρεωτική δημοσιοποίηση των σχετικών στοιχείων σε ετήσια βάση. Η πρόταση αυτή προκάλεσε συζητήσεις στους πολιτικούς και νομικούς κύκλους και αναμένεται να τεθεί προς ψήφιση εντός του επόμενου εξαμήνου.
Η υπόθεση του πρίγκιπα Άντριου αποτελεί ένα από τα πιο ηχηρά σκάνδαλα που έχουν πλήξει τη βρετανική μοναρχία τις τελευταίες δεκαετίες. Η εμπλοκή του σε καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση, η σχέση του με τον Τζέφρι Έπσταϊν, καθώς και οι δικαστικές και κοινωνικές συνέπειες που ακολούθησαν, επηρέασαν καθοριστικά την εικόνα του θεσμού. Οι εξελίξεις οδήγησαν σε θεσμικές παρεμβάσεις, απομάκρυνση του Άντριου από δημόσια καθήκοντα και αναθεώρηση της στάσης της βασιλικής οικογένειας απέναντι σε ζητήματα λογοδοσίας και διαφάνειας. Η υπόθεση παραμένει σημείο αναφοράς για τον τρόπο με τον οποίο η κοινή γνώμη και οι θεσμοί ανταποκρίνονται σε καταγγελίες που αφορούν πρόσωπα εξουσίας, ενώ η πολιτική και κοινωνική της προέκταση συνεχίζει να επηρεάζει τον δημόσιο διάλογο γύρω από τον ρόλο της μοναρχίας στο σύγχρονο κράτος.
Πηγή φωτογραφίας 1: bbc.com
Πηγή φωτογραφίας 2: theguardian.com
Πηγή φωτογραφίας 3: independentpress.cc

