Edit Template

Απέναντι στο υψηλό κόστος ενοικίων, η συγκατοίκηση καθιερώνεται ως λύση ανάγκης για νέους και εργαζόμενους στην Ελλάδα

Facebook
X (Twitter)
Αντιγραφή Συνδέσμου
Ομάδα σύνταξης moneypress Insideworld

Η κρίση στη στέγαση στην Ελλάδα έχει ενταθεί, με τις τιμές των ενοικίων να σημειώνουν συνεχή άνοδο και να επηρεάζουν άμεσα την καθημερινότητα χιλιάδων πολιτών. Η δυσκολία εξασφάλισης οικονομικά προσιτής κατοικίας, ιδιαίτερα για νέους και εργαζόμενους μεσαίου εισοδήματος, έχει οδηγήσει στην ευρεία υιοθέτηση της συγκατοίκησης ως εναλλακτικής μορφής διαβίωσης. Το φαινόμενο αυτό δεν περιορίζεται σε οικονομικές παραμέτρους, αλλά εμπεριέχει και κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις.

Η διαφοροποίηση των τιμών ενοικίασης ανά περιοχή είναι εμφανής. Σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα του Spitogatos Property Index για το 2025, οι τιμές παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις ανάλογα με τη γεωγραφική θέση. Στην Αθήνα, οι περιοχές με το υψηλότερο κόστος περιλαμβάνουν τη Γλυφάδα, με μέση τιμή 13,5 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, το Κολωνάκι και τον Λυκαβηττό με 12,8 ευρώ, και το Χαλάνδρι με 11,9 ευρώ. Στη Θεσσαλονίκη, το κέντρο της πόλης καταγράφει τιμές γύρω στα 10,2 ευρώ ανά τετραγωνικό, ενώ στην Παλιά Πόλη της Κέρκυρας η τιμή φτάνει τα 9,8 ευρώ. Αντίθετα, οι χαμηλότερες τιμές εντοπίζονται κυρίως στην περιφέρεια. Η Κοζάνη εμφανίζει μέση τιμή 4,2 ευρώ ανά τετραγωνικό, η Δράμα 4,5 ευρώ, οι Σέρρες 4,7 ευρώ, ο Πύργος Ηλείας 4,9 ευρώ και η Καβάλα 5,1 ευρώ. Η μέση τιμή στην Αθήνα υπερβαίνει τα 9,5 ευρώ, ενώ στη Θεσσαλονίκη κυμαίνεται γύρω στα 8,2 ευρώ, με τις τιμές να έχουν αυξηθεί περίπου κατά 25% από το 2020.

Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και της RE/MAX Ελλάς, οι τιμές ενοικίασης κατοικιών αυξήθηκαν κατά 7,2% σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο του 2025, ενώ η μέση αύξηση πανελλαδικά διαμορφώθηκε στο 4,3%. Επιπλέον, παρατηρείται μετατόπιση της πίεσης προς την περιφέρεια, καθώς οι αυξήσεις τιμών είναι πλέον εντονότερες σε μικρότερες πόλεις και τουριστικές περιοχές, ενώ η Αττική και η Θεσσαλονίκη παρουσιάζουν σημάδια επιβράδυνσης.

Η συγκατοίκηση, που στο παρελθόν αφορούσε κυρίως φοιτητές ή νεαρούς εργαζόμενους, έχει πλέον εξελιχθεί σε λύση ανάγκης για ευρύτερες κοινωνικές ομάδες. Οι αιτίες είναι ποικίλες και αλληλένδετες. Ο βασικός οικονομικός λόγος είναι η αδυναμία κάλυψης του ενοικίου από ένα μόνο άτομο, ειδικά σε περιοχές με υψηλό κόστος στέγασης. Η στασιμότητα των μισθών και η αύξηση του κόστους ζωής καθιστούν τη συγκατοίκηση μονόδρομο για πολλούς. Παράλληλα, κοινωνικοί λόγοι όπως η ανάγκη για συντροφικότητα, ασφάλεια και μοίρασμα εξόδων ενισχύουν την τάση. Δημογραφικά, η καθυστέρηση δημιουργίας οικογένειας και η αύξηση των μονοπρόσωπων νοικοκυριών συμβάλλουν στην εξάπλωση του φαινομένου. Εργασιακά, η κινητικότητα λόγω προσωρινής απασχόλησης σε αστικά κέντρα οδηγεί πολλούς σε προσωρινές συγκατοικήσεις.

Σύμφωνα με έρευνα της KPMG, το 2024, ένας στους τρεις νέους ηλικίας 25–35 ετών στην Ελλάδα συγκατοικεί, είτε με φίλους είτε με αγνώστους μέσω ψηφιακών πλατφορμών. Η αυξημένη ζήτηση για μικρότερα διαμερίσματα αποτελεί χαρακτηριστικό της νέας πραγματικότητας. Ένας στους δύο ενοικιαστές επιλέγει κατοικία έως 50 τ.μ., γεγονός που αντανακλά την ανάγκη περιορισμού του κόστους και την προσαρμογή στις οικονομικές δυνατότητες των νοικοκυριών.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η συγκατοίκηση αντιμετωπίζεται διαφορετικά. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, υπάρχουν θεσμικά πλαίσια που ρυθμίζουν τη συγκατοίκηση, με σαφείς κανόνες για κοινή μίσθωση, δικαιώματα και υποχρεώσεις. Στην Ολλανδία, η κοινωνική κατοικία ενσωματώνει μοντέλα συγκατοίκησης, με κρατική στήριξη και ελεγχόμενα ενοίκια. Αντίθετα, στην Ελλάδα, η αγορά παραμένει κατακερματισμένη. Δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο για κοινή μίσθωση, ούτε προστασία για συγκατοίκους σε περίπτωση διαφωνίας ή αποχώρησης. Η συγκατοίκηση αντιμετωπίζεται ως προσωρινή λύση, χωρίς θεσμική αναγνώριση ή στήριξη.

Το επιτόκιο για αγορά κατοικίας στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2025 ήταν 3,65%, υψηλότερο από χώρες όπως η Ισπανία (2,82%), η Ιταλία (3,21%) και η Πορτογαλία (3,14%). Η διαφορά αυτή περιορίζει την πρόσβαση στην ιδιοκατοίκηση και ενισχύει τη ζήτηση για ενοικιαζόμενη στέγη.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ορισμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, με πιο χαρακτηριστικό το πρόγραμμα «Σπίτι μου», που απευθύνεται σε νέους 25–39 ετών και προσφέρει επιδοτούμενα στεγαστικά δάνεια για αγορά πρώτης κατοικίας. Επιπλέον, έχει εξαγγελθεί η ενίσχυση της κοινωνικής κατοικίας μέσω του ΟΑΕΔ, καθώς και η αξιοποίηση ακινήτων του Δημοσίου για στέγαση ευάλωτων ομάδων. Παράλληλα, προβλέπονται φορολογικά κίνητρα για ανακαίνιση και ενοικίαση κενών κατοικιών.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, το 82% των ενοικιαστών προτιμά ανακαινισμένα ακίνητα, ακόμη και αν πρόκειται για παλαιότερα κτίρια. Αντιθέτως, μόλις το 6,4% των μισθώσεων αφορά νεόδμητα ακίνητα έως 5 ετών, γεγονός που υποδεικνύει στροφή προς την αναβάθμιση του υφιστάμενου αποθέματος.

Ο αναλυτής real estate Μάνος Κρανίδης έχει επισημάνει σε δημόσια τοποθέτησή του ότι τα μέτρα είναι αποσπασματικά και ότι απαιτείται εθνική στρατηγική για τη στέγαση, με έμφαση στη μακροχρόνια μίσθωση και την προστασία των ενοικιαστών. Η μεσίτρια Ελένη Τσακίρη, σε δηλώσεις της, έχει αναφέρει ότι τα ενοίκια έχουν αυξηθεί κατά 30% μέσα σε δύο χρόνια, με αποτέλεσμα πολλοί νέοι να μην μπορούν να ανταποκριθούν και να καταφεύγουν στη συγκατοίκηση ή να επιστρέφουν στο πατρικό τους. Αντίστοιχα, ο Δημήτρης Δημητρίου, εκπρόσωπος της KPMG Real Estate, έχει σχολιάσει ότι η αγορά βρίσκεται σε μεταβατική φάση και ότι, χωρίς παρέμβαση, είναι πιθανό να εμφανιστούν φαινόμενα αστικής απομάκρυνσης και κοινωνικού αποκλεισμού.

Η αύξηση του κόστους ενοικίασης κατοικιών στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με τη στασιμότητα των εισοδημάτων και την απουσία θεσμικών ρυθμίσεων, έχει οδηγήσει σε σημαντικές αλλαγές στον τρόπο διαβίωσης μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Η συγκατοίκηση καταγράφει αυξητική τάση, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων, ενώ η πρόσβαση σε προσιτή στέγη καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολη σε αστικά κέντρα υψηλής ζήτησης.

Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν γεωγραφικές ανισότητες στις τιμές ενοικίων, με μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ μητροπολιτικών περιοχών και περιφέρειας. Παράλληλα, οι πολιτικές παρεμβάσεις που έχουν ανακοινωθεί μέχρι σήμερα επικεντρώνονται κυρίως στην ενίσχυση της ιδιοκατοίκησης, με περιορισμένη επίδραση στη ρύθμιση της αγοράς ενοικίων ή στην ενίσχυση της κοινωνικής κατοικίας. Οι φορείς της αγοράς ακινήτων και οι επαγγελματίες του κλάδου επισημαίνουν την ανάγκη για μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και θεσμική παρέμβαση, ενώ η σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες αναδεικνύει την απουσία ολοκληρωμένου πλαισίου για τη στήριξη των ενοικιαστών και την προώθηση εναλλακτικών μορφών στέγασης.

Το φαινόμενο εξελίσσεται δυναμικά και παραμένει στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου, με τις κοινωνικές και οικονομικές του διαστάσεις να απασχολούν τόσο τους πολίτες όσο και τους αρμόδιους φορείς.

 

Πηγές: bankofgreece.gr  insider.gr
Πηγή φωτογραφίας 1: desknet.gr
Πηγή φωτογραφίας 2: dnews.gr
Πηγή φωτογραφίας 3: in.gr